Αργοκοιμάται πάνω στον καναπέ
Χωρίς ελπίδα οι εξηγήσεις
Για τρία χρόνια ήταν μέσ' στην καρδιά
Και τώρα πώς να την αφήσεις;
Πώς να πιστέψεις ότι τέλειωσε;
Ότι η αγάπη πια πεθαίνει;
Μα οι ρόδες βιάζονται να φτάσουν στο σταθμό
Μέσα στη νύχτα ένα τρένο περιμένει.
Είν' το χρυσάφι που με παίρνει μακριά
Το μέταλλο που δε σκουριάζει
Άγρυπνο αστέρι φέγγει από ψηλά
Μέσα στο τρένο με κοιτάζει.
Κι η νύχτα πέρασε και ήρθε η αυγή
Μια μέρα ακόμα σαν τις άλλες
Μαύρα τα σύννεφα, θα ρίξει βροχή
Ήδη χτυπάν οι πρώτες στάλες.
Της αλχημείας μεταμόρφωση
Που η φθορά δεν την πειράζει
Μέταλλα που γεννιούνται μέσα στη Γη
Χαλκός που σε χρυσό αλλάζει.
Πούλησα μια ζωή επίχρυση
Για έναν θησαυρό κρυμμένο
Σ' έναν παλιό χάρτη, πειρατικό
Στο χέρι πρόχειρα φτιαγμένο.
Βρήκα διαμάντια σε κομμάτια γυαλί
Καρπούς μέσ' στα ξερά τα χόρτα
Ελευθερία μέσ' στη φυλακή
Και το κλειδί πάνω στην πόρτα.
Βρήκα το φίλο μέσα στον εχθρό
Τον Ήλιο πίσω απ' τη Σελήνη
Ένα μπουκάλι πλέει στον ωκεανό
Άπιαστο όνειρο που αλήθεια θα γίνει.
Τραγούδι μέσ' στο εργοστάσιο
Φλέβα χρυσού στη γειτονιά σου
Κι ούτε θυμάμαι πώς περπάτησα
Τα λίγα μέτρα μέχρι την εξώπορτά σου.
No comments:
Post a Comment